-
1 ακρα
Iион. ἄκρη ἥ1) мыс, выступ, коса Hom., Aesch., Soph.προτείνουσα εἰς τὸ πέλαγος ἄ. Plat. — вдающийся в море мыс
2) вершина, высшая точка(Πίνδου Soph.; κύματος Soph.)
ἀ. τειχέων Eur. — верхний край стен;3) конец, оконечность, крайπαρ΄ ἄκρας (acc. pl.) ἀποθρίζειν τρίχας Eur. — обстригать кончики волос
4) (= ἀκρόπολις См. ακροπολις) цитадель, кремль Xen.II -
2 προτείνω
A stretch out before, hold before,τὸν χαλινόν X.Eq.6.11
([voice] Pass.); [ὁ ναυτίλος] π. τὰς πλεκτάνας Arist.HA 525a28
.3 metaph., hold out as a pretext or excuse,π. πρόφασιν Hdt.1.156
; ; ;παιδὸς θάνατον E.Andr. 428
:—[voice] Med.,π. τὴν ἡλικίαν Pl.Ep. 317c
.II stretch forth, hold out, χεῖρα, as a suppliant, Archil.130;τὰς χεῖρας Hdt.1.45
, 7.233 (for punishment, Ps.-Callisth. 2.2);φύλλον οἱ ἱκέται προτείνουσι Call.Iamb.1.275a
(); also προτείνει χεὶρ ἐκ χερὸς ὀρέγματα (Herm. for ὀρεγόμενα) A.Ag. 1110 (lyr.); π. ἑαυτόν leaning forward, Pl.R. 449b: hence intr., stretch forward, προτείνουσα εἰς τὸ πέλαγος [ἄκρα] Id.Criti. 111a, cf. Plb.1.29.2, etc.2 π. χεῖρα δεξιάν offer, tender it as a pledge, S.Ph. 1292, cf. Tr. 1184, E.Alc. 1118, etc.;π. πίστιν D.23.117
.3 hold out, offer,μεγάλα π. ἐπ' οἷσι ὁμολογέειν ἐθέλουσι Hdt.8.140
.β; κέρδος A.Pr. 777
; ;κάλλος Id.Hel.28
; ; ;δραχμὰς εἴκοσιν Ar.Pl. 1019
;ἐλευθερίαν Antipho 5.50
;δέλεαρ π. τὴν ἡδονήν Plu.2
13a;ἐμοὶ λόγους Pl.Phdr. 230d
: c. inf.,π. τινὶ λαβεῖν ὅ τι χρῄζει X.Oec.5.8
:—[voice] Med., Hdt.5.24, 7.161; ;φιλίαν προτενεῖται D.14.5
;τὴν ἀειλογίαν Id.19.2
:—[voice] Pass.,δυοῖν προτεινομένοιν ἀγαθοῖν Isoc.6.37
, cf. 12.117.4 put forward, propose, π. ζητήματα, ἐρωτήματα, Plu.2.737d, Arr.Epict. 3.8.1;αἴνιγμά τινι D.L.2.70
, etc.:—[voice] Med., offer or put forward as instances, Pl.Grg. 518b:—[voice] Pass., Sor.2.1, Iamb.Myst.1.3.5 Med.. μισθὸν προτείνασθαι stipulate for as a reward, Hdt.9.34.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > προτείνω
См. также в других словарях:
προτείνω — ΝΜΑ [τείνω] 1. τείνω κάτι προς τα εμπρός, προβάλλω, προτάσσω («προτείνω το χέρι» β. «καθιζομένη δ ἐπί... γόνασι τοῡ Σκύθου, τὼ πόδε πρότεινον, ἵν ὑπολύσω», Αριστοφ.) 2. μτφ. κάνω πρόταση, υποβάλλω γνώμη, ευχή, αίτηση, επιθυμία ή υποδεικνύω ένα… … Dictionary of Greek